Saturday 21 July 2012

Στρωματικοί όγκοι του πεπτικού (ε. ΠΑΘΟΛΟΓΟΑΝΑΤΟΜΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ)

Πίσω (δ. Διάγνωση) 

ΠΑΘΟΛΟΓΟΑΝΑΤΟΜΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΣΤΡΩΜΑΤΙΚΩΝ ΟΓΚΩΝ

Οι στρωματικοί όγκοι αναγνωρίζονται τυχαίως κατά τη διεξαγωγή ενδοσκοπικών εξετάσεων ή κατά την εξέταση
χειρουργικών παρασκευασμάτων  επεμβάσεων για άλλη αιτία.[21] Το μέγεθος τους κυμαίνεται από ολίγα  χιλιοστά μέχρι 35 cm[143]  (μ.ο.περίπου 5 cm).[144] Αναπτύσσονται εντός του τοιχώματος του Γ.Σ. και επεκτείνονται υποβλεννογονίως προς τον αυλό του ή υποορογονίως εκτός του τοιχώματος αυτού. Ενίοτε αναπτύσσονται αμφοτεροπλεύρως προσλαμβάνοντας σχήμα κλεψυδροειδές ή αλτηροειδές (hourglass or dumbbell configuration). Είναι συνήθως μονήρεις και ενίοτε πολλαπλοί ή πολυάριθμοι.

Μακροσκοπικώς
πρόκειται για εύθρυπτες συμπαγείς μάζες, οι οποίες στερούνται κάψας και όταν αποκτήσουν αρκετό μέγεθος υφίστανται κεντρική κυστική εκφύλιση και αιμορραγία ή νέκρωση.[32] Eπί υποβλεννογονίου δε αναπτύξεως ο υπερκείμενος του όγκου βλεννογόνος συμπιέζεται, νεκρώνεται και εξελκώνεται.[145]

Μικροσκοπικώς
διακρίνονται τρεις κυτταρικοί τύποι μορφολογικώς: Ο ατρακτοκυτταρικός τύπος (70%), ο επιθηλιοειδής τύπος (20%) και ο μεικτός τύπος.[36] O επιθηλιόμορφος  και ο μεικτός τύπος εντοπίζονται συνήθως στο στόμαχο.[3,146,147] Ο αρακτόμορφος τύπος, συνηθέστερος στο λεπτό έντερο[3], απαρτίζεται από ατρακτοειδή κύτταρα διατασσόμενα σε παράλληλες ή διαπλεκόμενες δέσμες, ενώ ο επιθηλιόμορφος απαρτίζεται από κύτταρα στρογγύλα ή ωοειδή τα οποία διατίθενται καθ΄ομάδας (φωλεές) ή στρώσεις. Πολυπύρηνα κύτταρα δίκην ανθυλλίου (floret type) αναγνωρίζονται στους επιθηλιόμορφους στρωματικούς όγκους του στομάχου.[146]  


Κυτταρολογικώς
οι στρωματικοί όγκοι έχουν αρκετή ομοιομορφία, με αποστρογγυλεμένους μέχρι επιμήκεις πυρήνες, με αραιή λεπτή διάταξη χρωματίνης,  σχεδόν αδιάκριτο πυρήνιο και άφθονο ωχρό ινιδώδες κυτταρόπλασμα.[148] 



Άλλα αξιοσημείωτα ιστολογικά χαρακτηριστικά περιλαμβάνουν: παραπυρηνικά κενοτόπια, πασσαλοειδή διάταξη πυρήνων δίκην νευρινωμάτων, νευροενδοκρινικά κοκκία δίκην παραγαγγλιωμάτων, περιπυρηνική διαυγαστική άλω δίκην σφραγιστήρος δακτυλίου[149], έντονη λεμφοκυτταρική διήθηση[150] και υαλώδεις ηωσινοφιλικές μεσοκυττάριες δομές, δίκην τολύπης υπερμικροσκοπικώς, γνωστές ως skeinoid fibers, oi οποίες αναγνωρίζονται προεξαρχόντως, σε ποσοστό 10%-20%, στους στρωματικούς όγκους του λεπτού εντέρου.[3,36,68,151] Οι δομές αυτές παλαιότερα συσχετίσθηκαν με νευρογενή διαφοροποίηση των όγκων. Σήμερα πιστεύεται ότι στερούνται ιστογενετικής σημασίας.[36]


Υπερμικροσκοπικώς τα χαρακτηριστικά των στρωματικών όγκων ποικίλλουν και αφορούν κυτταροπλασμικά μικροϊνίδια, κυτταρικές συνάψεις και παρουσία πινοκυτταρικών κυστιδίων. Τα ενδοπλασμικά ινίδια έχουν την τάση δημιουργίας παραπυρηνικών αθροίσεων στους επιθηλιόμορφους όγκους. Η επιφάνεια των κυττάρων έχει νηματοειδή ψευδοπόδια και συναρμοζόμενες κυτταρικές αποφύσεις, ιδιαίτερα αναπτυγμένες στους στρωματικούς όγκους του λεπτού εντέρου.[152] 


 Κυτταροπλασμικές νευραξονικές διεργασίες συναπτόμενες με πρωτόγονες κυτταρικές συνάψεις, διάσπαρτα μικροσωληνάρια ομοιάζοντα με νευροσωληνάρια, πυκνοπυρηνικά νευροεκκριτικά κοκκία και λείο ενδοπλασμικό δίκτυο είναι χαρακτηριστικά των όγκων του αυτόνομου μυεντερικού πλέγματος, γνωστών ως GANS (Gastrointestinal autonomic nerve tumors, Plexosarcomas), οι οποίοι είναι όμοιοι σε μοριακό επίπεδο με τους στρωματικούς όγκους, για να μη πούμε ότι πρόκειται για μοριακή εκδοχή των στρωματικών όγκων.[5,153]


Ανοσοιστοχημικώς οι στρωματικοί όγκοι είναι κατά προσέγγιση θετικοί σε ποσοστό: 95% στο δείκτη CD117, 60-70% στο δείκτη CD34, 30-40% στην ακτίνη (SMA), 5% στην πρωτεϊνη S-100 και 1-2% στη δεσμίνη ή κερατίνη.[5,36,154,155] Περίπου ποσοστό 5% των στρωματικών όγκων είναι αρνητικοί στο δείκτη CD117.[156,157] Μερικοί από αυτούς, επιθηλιόμορφοι όγκοι του στoμάχου ή του μείζoνoς επιπλόου/περιτοναίου, έχουν PDGFRa μεταλλάξεις. Αξιοσημείωτον είναι,  ότι 20% των ΚΙΤ (-) στρωματικών όγκων φιλοξενούν ΚΙΤ μεταλλάξεις. 


Ο ανοσοφαινότυπος των πραγματικών GISTs ποικίλλει σε ένα βαθμό ανάλογα με την εντόπιση του. Οι όγκοι οι εντοπιζόμενοι στο παχύ έντερο και στον οισοφάγο παρουσιάζουν περισσότερο σταθερή θετική αντίδραση στο δείκτη CD34 (96-100%), ενώ οι όγκοι οι εντοπιζόμενοι στο λεπτό έντερο έχουν ανάλογη σταθερότητα (47%) στο δείκτη ακτίνης (SMA).[158] Επειδή κανένα από τα αντιγόνα αυτά δεν έχουν ειδική διαγνωστική αξία, τέτοιες διακυμάνσεις δεν αξιολογούνται στην καθημερινή πρακτική.


Σε μερικές περιπτώσεις διαπιστώνεται ότι στο δείγμα FNA-βιοψίας  ο δείκτης ΚΙΤ είναι (-), ενώ στην οριστική εξέταση του εξαιρεθέντος όγκου ο δείκτης ΚΙΤ είναι (+). Αυτό οφείλεται στο γεγονός  ότι η μεγίστη πλειονότητα των στρωματικών όγκων δείχνει ΚΙΤ (+) σε τουλάχιστον 90% των κυττάρων του όγκου, ενώ μία μικρή ομάδα  δείχνει εστιακή θετικότητα σε 5-20%  των νεοπλασματικών κυττάρων. Μία μικρή αναλογία των όγκων, περίπου 5% δείχνει ασθενή έκφραση του δείκτη ΚΙΤ ή και αρνητική χρώση.[36,146] 


 Είναι σημαντικό να αναφερθεί, ότι οι στρωματικοί όγκοι δεν είναι όλοι ΚΙΤ (+), όπως επίσης πρέπει να σημειωθεί, ότι  ο δείκτης ΚΙΤ εκφράζεται  και από άλλους νεοπλασματικούς όγκους (λ.χ. σάρκωμα του αρθρικού θυλάκου, ραβδομυοσάρκωμα, αγγειοσάρκωμα, εξωσκελετικό σάρκωμα του Ewing, αναπλαστικό μεγαλοκυτταρικό λέμφωμα, γλοίωμα, μεταστατικό μελάνωμα, γερμίνωμα, κοκκιοκυτταρικό σάρκωμα, ινοσάρκωμα, κακόηθες ινώδες ιστιοκύττωμα, αιμαγγειοπερικύττωμα, ινωμάτωση, μαστοκυττάρωση).[36,144,158,159]


Πρόσφατα έχει αναφερθεί το μονοκλωνικό αντίσωμα Dog 1 (1.1, 1.3), το οποίο έχει μεγαλύτερη ευαισθησία και ειδικότητα από ότι ο δείκτης CD117 στη διάγνωση των στρωματικών όγκων. Πρόκειται περί συμπληρωματικού DNA (cDNA), το οποίο κωδικογράφει μία πρωτεϊνη αγνώστου μέχρι στιγμής λειτουργίας. Έχει δε το πλεονέκτημα της διάγνωσης σε ποσοστό 36% των ΚΙΤ (-) στρωματικών όγκων, καθώς επίσης και υποομάδων GISTs-WT (Wild Type: Παιδιατρικών και NFI) χαρακτηριζομένων από απουσία ΚΙΤ ή PDGFRa μεταλλάξεων.[160-162]


Ο δείκτης PKCθ (protein kinase C theta), ένα πρωτεϊνικό μόριο ‘σηματωρός’, που έχει σχέση με την ενεργοποίηση των Τ-λεμφοκυττάρων, με νευραξονικές διαφοροποιήσεις και με την αγωγή ερεθισμάτων στους σκελετικούς μυς, εκφράζεται και στους στρωματικούς όγκους και κατά συνέπεια αποτελεί αρκετά ευαίσθητο ανοσοϊστοχημικό δείκτη στη διαφοροδιάγνωση των στρωματικών όγκων (GISTs από nonGISTs) και επί πλέον αποτελεί έναν ισχυρό δείκτη στη διάγνωση των ΚΙΤ(-) στρωματικών όγκων.[163,164]

Συνέχεια (στ. Διαφορική διάγνωση)